Αύξηση των ελέγχων για ξέπλυμα χρημάτων και φοροδιαφυγή στην Ελλάδα
Συνολικά, από την αρχή του έτους, οι φορολογικές αρχές σε συνεργασία με την Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες έχουν ανοίξει 329 υποθέσεις για ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Αξιοσημείωτο είναι ότι οι υποθέσεις αυτές είναι πολλές περισσότερες σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, καθώς το 2023 καταγράφηκαν μόλις 22 υποθέσεις που αφορούσαν 295 άτομα. Επίσης, από το 2016 μέχρι σήμερα έχουν ζητηθεί πληροφορίες για συνολικά 2.747 υποθέσεις, διευρύνοντας το φάσμα των ελέγχων.

Οι έλεγχοι έχουν αποφέρει σημαντικά χρηματικά ποσά, με καταλογισμένα φόρους και πρόστιμα ύψους 17,5 εκατομμυρίων ευρώ για τις υποθέσεις που ολοκληρώθηκαν και μόλις 1,8 εκατομμύρια ευρώ έχουν εισπραχθεί μέχρι στιγμής. Το βεβαιωθέν ποσό αναμένεται να καταβληθεί σε πολύ μικρό ποσοστό. Είναι φανερό ότι υπάρχει αυξημένη δραστηριότητα και παρέμβαση των αρχών στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής.

Στο πρώτο εξάμηνο του 2024, η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες απέστειλε αιτήματα παροχής πληροφοριών για 776 φυσικά πρόσωπα. Οι έλεγχοι που πραγματοποιήθηκαν σε μεγάλες επιχειρήσεις και πλούσιους φορολογουμένους ανήλθαν σε 5.640, επιφέροντας πρόσθετους φόρους και πρόστιμα 770 εκατομμυρίων ευρώ. Από αυτά, έχουν ήδη εισπραχθεί 118,2 εκατομμύρια ευρώ.

Για να αναδειχθεί η αποτελεσματικότητα των φορολογικών ελέγχων, αναλύονται τα στατιστικά των κύριων ελεγκτικών κέντρων. Το Κέντρο Ελέγχου Μεγάλων Επιχειρήσεων ολοκλήρωσε 265 ελέγχους, καταλογίζοντας φόρους και πρόστιμα 305,77 εκατομμυρίων ευρώ. Το Κέντρο Ελέγχου Φορολογουμένων Μεγάλου Πλούτου πραγματοποίησε 401 ελέγχους, καταλήγοντας σε 72,2 εκατομμύρια ευρώ με 11,8 εκατομμύρια ευρώ να έχουν εισπραχθεί.

Η αύξηση των ελέγχων και η εστίαση σε υποθέσεις που σχετίζονται με το ξέπλυμα μαύρου χρήματος δείχνει μια εντονότερη προσπάθεια των αρχών να περιορίσουν τη φοροδιαφυγή και τις εγκληματικές δραστηριότητες. Παρ’ όλα αυτά, τα ποσά που εισπράττονται παραμένουν πτωχά, καθώς η πλειονότητα των βεβαιωθέντων ποσών παραμένει οφειλόμενη.

Πηγή: kathimerini.gr