Η αμοιβή του ΤΑΙΠΕΔ για την παραχώρηση του αυτοκινητοδρόμου ανέρχεται σε 3,27 δισ. ευρώ, καταβαλλόμενα πριν την έναρξη της παραχώρησης. Επιπλέον, ο ΤΑΙΠΕΔ θα εισπράττει περίπου 7,5% των ετήσιων εσόδων, σταθερό για 25 χρόνια. Ο παραχωρησιούχος θα εισπράττει όλα τα λοιπά έσοδα, περιλαμβανομένων των διοδίων και εκμετάλλευσης ΣΕΑ.
Η αρχική μέτοχος της Νέας Αττικής Οδού είναι η ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ, η οποία θα επενδύσει 671,71 εκατ. ευρώ πριν από την ημερομηνία έναρξης της παραχώρησης. Για να ξεκινήσει η παραχώρηση, το Δημόσιο και ο παραχωρησιούχος πρέπει να ολοκληρώσουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις, όπως η κύρωση της σύμβασης από τη Βουλή και η υπογραφή συμβάσεων με τους δανειστές.
Στο τομέα των διοδίων, το αρχικό ποσό για τα Ι.Χ. ορίζεται στα 2,50 ευρώ, με ετήσιες αυξήσεις σύμφωνα με τον πληθωρισμό. Η σύμβαση παρέχει τη δυνατότητα στον παραχωρησιούχο να εφαρμόζει διαφοροποιημένα συστήματα διοδίων, ανάλογα με διάφορους παράγοντες, όπως η ώρα και η ημέρα. Για τα φορτηγά, οι χρεώσεις θα διαφέρουν ανάλογα με την τεχνολογία τους.
Επιπλέον, η σύμβαση περιλαμβάνει συγκεκριμένες υποχρεώσεις και περιορισμούς για τον παραχωρησιούχο. Αναλαμβάνει την ευθύνη για τις συνθήκες γύρω από τον αυτοκινητόδρομο, ενώ το Δημόσιο διατηρεί ευθύνη μόνο για γεωλογικά φαινόμενα. Επίσης, ο παραχωρησιούχος δεν έχει δικαίωμα αποζημίωσης λόγω αλλαγών στη δημοσιονομική πολιτική.
Σημαντική είναι η παράλειψη των εννέα παραρτημάτων της σύμβασης, τα οποία περιέχουν κρίσιμες πληροφορίες για το χρηματοοικονομικό μοντέλο και άλλες σημαντικές λεπτομέρειες, αλλά δεν κατατέθηκαν στη Βουλή, επιτρέποντας πιθανές τροποποιήσεις μακριά από τη δημοσιότητα. Επισημαίνεται ότι η διαχείριση των διοδίων και η είσπραξη προστίμων για παραβάτες είναι ευθύνη του παραχωρησιούχου, με το Δημόσιο να παρέχει απλώς πληροφορίες σχετικά με τους παραβάτες.
Πηγή: kathimerini.gr