Φειδωλή προς τους μισθωτούς και… απορριπτική προς του συνταξιούχους εμφανίζεται η κυβέρνηση σε σχέση με τις αποδοχές τους εν μέσω ακρίβειας.
Για τους μισθωτούς (μόνο το ιδιωτικού τομέα), μετά την αναιμική αναπροσαρμογή των αρχών του έτους (2% στον βασικό μισθό ή 13 ευρώ το μήνα), τώρα εξετάζεται μια νέα… προσέγγιση με αύξηση πέριξ του στο 7% ώστε ο εισαγωγικός-βασικός μισθός να φτάσει στα 710 ευρώ. Την ίδια στίγμα που η ΓΣΕΕ ζητεί εισαγωγικό μισθό 751 ευρώ, όπως προέβλεπε η τελευταία Συλλογική Σύμβαση που υπέγραψαν οι κοινωνικοί εταίροι το 2010 και ενόσω είχε τεθεί σε ισχύ το α’ μνημόνιο. Και ακολούθως να ισχύσουν οι ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Αντιθέτως, και παρά τον επίσημο πληθωρισμό του 8% (Μάρτιος 2022) δεν προβλέπεται καμία αναπροσαρμογή στις συντάξεις, ένα μεγάλο μέρος των οποίων κινείται κάτω από το όριο της απόλυτης φτώχειας. Και αυτό γιατί με βάσει το γ’ μνημόνιο ή χώρα μας έχει δεσμευτεί ότι οι όποιες αναπροσαρμογές δεν μπορεί να εκδηλωθούν πριν το 2023.
Ωστόσο, στο συνταξιοδοτικό έχουμε νέα δεδομένα:
-Την μεγάλη ακρίβεια, κυρίως στα φτωχά νοικοκυριά, καθώς το «καλάθι της νοικοκυράς» επηρεάζεται περισσότερο από τις αυξήσεις στην ενέργεια, τα σιτηρά κ.α.
-Την κατάργηση του ΕΚΑΣ (την περίοδο 2016-18) που είχε σαν αποστολή να «ξεκολλήσει» χιλιάδες συνταξιούχους από το οικονομικό περιθώριο.
-Την εφαρμογή του Ν.4387/16 (νόμος Κατρούγκαλου) όπου δεν προβλέπονται κατώτατα όρια στις συντάξεις και αποδεικνύεται ότι μεγάλος αριθμός νέων συνταξιούχων κινείται κάτω από το όριο φτώχειας.
Κατά συνέπεια, οι συντάξεις πρέπει να προστατευτούν από τον πληθωρισμό (αναπλήρωση διαθέσιμου εισοδήματος) και οι χαμηλοσυνταξιούχοι να ενισχυθούν επιπλέον ώστε να εξέλθουν από την ζώνη της απόλυτης φτώχειας.
Στο 1/3 του κατώτατου μισθού
Με βάσει τα στοιχεία από την απόδοση τω ν συντάξεων, χιλιάδες συνταξιούχοι που εξέρχονται του εργασιακού βίου κάθε χρόνο λαμβάνουν αποδοχές στο 30 ή 40% του βασικού μισθού (αναμένεται να φτάσει στα 710 ευρώ στις αρχές του επόμενου μήνα). Ενώ όταν υπήρχαν κατώτατα όρια συντάξεων (καταργηθήκαν με τον ν.4387/16), πάντα υπήρχε σύνδεση με τον κατώτατο μισθό στο 80%.
Συγκεκριμένα:
-Λόγω της ανεργίας, της μερικής απασχόλησης ή της πανδημίας (φόβος ασθενειών, ευάλωτοι πολίτες, συνωστισμός στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς κ.α.) πολλοί ασφαλισμένοι επιλέγουν την «φυγή» στη σύνταξη. Ειδικά όσοι απασχολούνται με μερική απασχόληση, αφενός εργάζονται για λιγότερα από 400 ευρώ μεικτά το μήνα (σ.σ. αυτές οι αμοιβές αφορούν το 35% των μισθωτών και το 56% των νέων προσλήψεων, δεν απευθύνονται δε μόνο στους νέους που εισέρχονται στην αγορά εργασίας). Κατ’ αυτόν τον τρόπο όμως, για «έξοδο» στο 62ο έτος με μειωμένη και 15ετή περίοδο ασφάλισης (και 500 ένσημα κατά την προηγούμενη της αίτησης συνταξιοδότησης 5ετίας), η εθνική σύνταξη περιορίζεται στα 230 ευρώ. Ενώ η ανταποδοτική, ακόμη και για μέσο μισθό 700 ευρώ, περιορίζεται στα 80 ευρώ (ποσοστό ανταπόδοσης 11,55%) και συνολική καταβολή 292 ευρώ καθαρά (μείον 6% εισφορά υγείας).
-Οι συνταξιούχοι με ποσοστό αναπηρίας κάτω του 67% και 4.500 ένσημα λαμβάνουν ακόμη πιο μικρές συντάξεις (253 ευρώ μεικτά και 234 καθαρά), λόγω της περικοπής κατά 50% της εθνικής σύνταξης.
-Αν κατά τα τελευταία χρόνια υπήρχε μερική απασχόληση και ο ασφαλισμένος αναγκάστηκε να αναγνωρίσει πλασματικό χρόνο (με βάσει τον τελευταίο μισθό), το ανταποδοτικό κομμάτι της σύνταξης μπορεί να περιοριστεί ακόμη και στα 50 ευρώ. Λιγότερο και από την… επικουρική σύνταξη.
-Οι αγρότες της περιόδου 2019-2022 λαμβάνουν σύνταξη από 359 ευρώ το μήνα μεικτά (ένα ευρώ λιγότερο από τους… ανασφάλιστους υπερήλικες συνταξιούχους του ΟΠΕΚΑ) και έως 380 ευρώ. Καίτοι πλήρωσαν εισφορές έως και 35 έτη (συνεχώς από το 1988), ενώ δεν μπορούν να συνταξιοδοτηθούν με 40ετία (αναγνωρίζοντας 7 πλασματικά χρόνια όπως έχουν δικαίωμα οι ασφαλισμένοι του αστικού τομέα) στο 62ο έτος της ηλικίας. (Οι συντάξεις των αγροτών θα εξομοιωθούν με τις αντίστοιχες του αστικού τομέα, πάντα με βάσει τις εισφορές που πληρώνουν και τα έτη ασφάλισης, μετά το 2030 όπως σχετικά προβλέπει ο νόμος Κατρούγκαλου).
Πηγή: gargalianoionline.gr