Ξεκίνησε σαν τίποτα περισσότερο από μία εκπαιδευτική πτήση ρουτίνας. Στις 5 Δεκεμβρίου του 1945, και ώρα 14:10, πέντε βομβαρδιστικά αεροπλάνα του Αμερικανικού Ναυτικού, τύπου ΤΒΜ Avenger, απογειώθηκαν από τη ναυτική βάση του Φορτ Λότερντεϊλ της Φλόριντα. Η άσκηση – που ήταν προγραμματισμένη να διαρκέσει περίπου 3 ώρες – επρόκειτο να μείνει αξέχαστη στα αεροπορικά χρονικά ως «Πτήση 19».

Ο σχεδιασμός προέβλεπε περιπολία και βομβαρδισμό σε μια διαδρομή, που συναντά το περιβόητο Τρίγωνο των Βερμούδων (Μαϊάμι – Πουέρτο Ρίκο – Μπαχάμες – Μαϊάμι). Τα 14 μέλη του πληρώματος ήταν στην πλειοψηφία τους πιλότοι με περίπου 300 ώρες πτήσης, ενώ επικεφαλής του «χαμένου σμήνους» ήταν ο υποπλοίαρχος Τσαρλς Τέιλορ, με μεγάλη πείρα από αποστολές στα μέτωπα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.

Στην αρχή, όλα κυλούσαν ομαλά, όπως ακριβώς είχε συμβεί και με την πτήση 18 την ίδια ημέρα. Ο Τέιλορ και οι πιλότοι του εκτέλεσαν, όπως προβλεπόταν, την βομβαρδιστική τους άσκηση μέχρι που λίγο αργότερα συνέβη κάτι παράδοξο. Για λόγους, που παραμένουν μέχρι σήμερα αδιευκρίνιστοι, ο Τέιλορ θεώρησε πως δύο πυξίδες του βγήκαν εκτός λειτουργίας και ξεκίνησε να αντιμετωπίζει πρόβλημα προσανατολισμού. Η απότομη αλλαγή του καιρού δυσκόλεψε ακόμη περισσότερο τις συνθήκες της πτήσης, καθώς τα αεροσκάφη βρέθηκαν σε πυκνά σύννεφα. «Δεν ξέρω πού βρισκόμαστε», ανέφερε ένας από τους πιλότους στον ασύρματο: «Πρέπει να χαθήκαμε μετά την τελευταία στροφή».

Η αλλοπρόσαλλη πορεία του «χαμένου σμήνους»

Ο υποπλοίαρχος Ρόμπερτ Κοξ, που ηγείτο ενός άλλου σμήνους με παρόμοια αποστολή κοντά στην Φλόριντα, ήταν ο πρώτος που άκουσε από την εκπαιδευτική συχνότητα ότι η «Πτήση 19» παρουσίασε κάποιο πρόβλημα. Ο Τέιλορ τον πληροφόρησε ότι οι πυξίδες του ήταν εκτός λειτουργίας και ότι ο ίδιος είχε χάσει τον προσανατολισμό του: «Ψάχνω να βρω το αεροδρόμιο και δεν μπορώ».

Οι αναφορές του Τέιλορ, όμως, δεν έβγαζαν νόημα. Είχε εκτελέσει κανονικά το πέρασμα του από τις Μπαχάμες μισή ώρα νωρίτερα, και τώρα πίστευε πως τα αεροσκάφη είχαν βρεθεί εκατοντάδες μίλια εκτός διαδρομής καταλήγοντας στο αρχιπέλαγος Φλόριντα Κις. Η απόφασή του να κινηθεί – έχοντας χάσει τελείως τον προσανατολισμό του – βορειοανατολικά φαίνεται πως απομάκρυνε ακόμη περισσότερο το «χαμένο σμήνος» από την ακτή. Ορισμένοι από τους πιλότους, μάλιστα, φαίνεται πως είχαν συνειδητοποιήσει το λάθος του Τέιλορ: «Αν είχαμε κινηθεί δυτικά, θα φτάναμε σπίτι», φέρεται να φώναξε ένας από αυτούς στον ασύρματο.

Ο Τέιλορ πείστηκε εντέλει να αλλάξει πορεία προς τα δυτικά, αλλά λίγο μετά τις 18:00 ακύρωσε την εντολή του και άλλαξε για ακόμη μία φορά κατεύθυνση. «Δεν έχουμε πάει ακόμη αρκετά ανατολικά», ανέφερε φοβούμενος πως βρίσκονται στον Κόλπο του Μεξικό. Οι πιλότοι του, πιθανότατα, διαφώνησαν και πάλι μαζί του, αλλά ακολούθησαν την εντολή – παρότι υπάρχουν ερευνητές που εκτιμούν πως ένα από τα αεροσκάφη δεν υπάκουσε.

Οι μεταδόσεις του ασυρμάτου της «Πτήσης 19» ξεκινούν σε αυτό το σημείο να αποδυναμώνονται. Όταν πια τα καύσιμα τελειώνουν, ο Τέιλορ ακούγεται να προετοιμάζει τους άνδρες του για την απότομη προσγείωση στα άγρια νερά του Ατλαντικού. Λίγα λεπτά αργότερα, χάνεται κάθε επικοινωνία με τα αεροσκάφη.

Επιχείρηση διάσωσης με 13 νέους νεκρούς

Ακολούθησε μια γιγαντιαία επιχείρηση έρευνας και διάσωσης, που διήρκησε πέντε ημέρες, καθώς «χτενίστηκαν» πάνω από 300.000 τετραγωνικά μίλια θάλασσας. Και η ίδια η επιχείρηση, ωστόσο, σημαδεύτηκε την πρώτη κιόλας ημέρα από ένα ακόμη παράδοξο δυστύχημα, στο οποίο έχασαν τη ζωή τους ακόμη 13 άτομα. Μόλις είκοσι λεπτά μετά την απογείωσή τους, ένα από τα δύο υδροπλάνα διάσωσης, τύπου BPM-5, χάθηκε από τα ραντάρ. Τα συντρίμμια του, όπως και οι σοροί του πληρώματος δεν βρέθηκαν ποτέ, με τις πληροφορίες περί έκρηξης, να επιβεβαιώνονται από το πλήρωμα εμπορικού πλοίου που βρισκόταν στην περιοχή.

Περισσότερα από 300 πλοία και αεροσκάφη χρησιμοποιήθηκαν στις προσπάθειες εντοπισμού του «χαμένου σμήνους» και του υδροπλάνου, χωρίς, ωστόσο, κανένα αποτέλεσμα. «Εξαφανίστηκαν», δήλωνε, τότε, ο υποπλοίαρχος του Πολεμικού Ναυτικού, Ντέιβιντ Ουάιτ: «Είχαμε εκατοντάδες αεροσκάφη να τους αναζητούν σε γη και θάλασσα για μέρες, και κανείς δεν κατόρθωσε να βρει ποτέ τις σορούς ή τα συντρίμμια των αεροσκαφών».