Μερικούς μήνες αργότερα, τον Δεκέμβριο του 1909, ο Ελευθέριος Βενιζέλος έφτασε στην Αθήνα, έπειτα από πρόσκληση του Στρατιωτικού Συνδέσμου, για να συμβάλει στο μεταρρυθμιστικό έργο που επιδιώκονταν. Ο Κρητικός πολιτικός, ολοκλήρωσε το έργο του μέσα σε λιγότερο από έναν μήνα και επισκέφτηκε ξανά τα Χανιά. Ωστόσο, η θετική εντύπωση που δημιούργησε κατά την παρουσία του, οδήγησε τον κόσμο να επιθυμεί την επιστροφή του και ενεργότερη συμμετοχή του στα πολιτικά δρώμενα.
Στις εκλογές της 8ης Αυγούστου 1910, ο Βενιζέλος εξελέγη βουλευτής Αττικοβοιωτίας, με τη στήριξη φίλων του που είχαν υποβάλει υποψηφιότητα για λογαριασμό του. Παρά την αναστάτωση που προκάλεσε η εκλογή του στους κύκλους των Μεγάλων Δυνάμεων και της Υψηλής Πύλης, το αποτέλεσμα της εκλογικής διαδικασίας έδειξε την επιθυμία του λαού για ανανέωση στο πολιτικό τοπίο, με 122 ανεξάρτητους βουλευτές να εκλέγονται. Λίγες ημέρες αργότερα, έφτασε στον Πειραιά για να αναλάβει ηγεσία ενός νέου πολιτικού ρεύματος.
Μόλις ανέλαβε τη νέα του θέση, ο Βενιζέλος ξεκαθάρισε στους υποστηρικτές του ότι δεν υποστήριζε τη σύγκληση συντακτικής συνέλευσης, αλλά ήθελε μια αναθεωρητική Βουλή. Στις 29 Σεπτεμβρίου, ο Στέφανος Δραγούμης υπέβαλε την παραίτησή του από την πρωθυπουργία και ο Βενιζέλος, στις 1 και 2 Οκτωβρίου, συναντήθηκε με τον βασιλιά Γεώργιο Α΄ για να συζητήσουν το ενδεχόμενο σχηματισμού κυβέρνησης και την έξοδο της χώρας από την πολιτική κρίση. Στις 6 Οκτωβρίου, σχημάτισε την πρώτη του κυβέρνηση και κατά τις 8 Οκτωβρίου παρουσίασε τις προγραμματικές του δηλώσεις.
Δυστυχώς, η κυβέρνηση του Βενιζέλου δεν κατάφερε να εξασφαλίσει την απαραίτητη πλειοψηφία για ψήφο εμπιστοσύνης, γεγονός που οδήγησε σε νέες εκλογές, προγραμματισμένες για τις 28 Νοεμβρίου. Τα παραδοσιακά κόμματα αρνήθηκαν να συμμετάσχουν, κατηγορώντας τον βασιλιά για συνεργασία με τον Βενιζέλο και παραβίαση του Συντάγματος. Αυτή η απόφαση αποδείχθηκε λανθασμένη, καθώς άφησε χώρο στον Βενιζέλο να κυριαρχήσει και να σχηματίσει το Κόμμα Φιλελευθέρων, το οποίο κατέλαβε 307 από τις 362 έδρες της Βουλής, δίνοντάς του τη δυνατότητα να προχωρήσει στο μεταρρυθμιστικό έργο, περιλαμβάνοντας και την αναθεώρηση του συντάγματος το 1911.
Πηγή: kathimerini.gr