Η προετοιμασία της ληστείας ήταν σχολαστική. Λίγες ημέρες πριν την κλοπή, η ομάδα προετοίμασε το σχέδιό της, εξερευνώντας το μουσείο και σχεδιάζοντας κάθε λεπτομέρεια. Τη νύχτα της ληστείας, χρησιμοποίησαν ένα παράθυρο μπάνιου για να εισέλθουν στο μουσείο και, με ατσαλένια νεύρα, απέφυγαν τα συστήματα ασφαλείας, αποκομίζοντας σχεδόν δύο δωδεκάδες πολύτιμους λίθους.
Η ανακάλυψη της κλοπής το πρωί της επόμενης ημέρας εξέπληξε το προσωπικό του μουσείου και προκάλεσε σοκ σε ολόκληρη την πόλη. Η τεράστια αξία των εκλεμμένων κοσμημάτων τράβηξε την προσοχή των εθνικών μέσων, οδηγώντας σε ένα από τα μεγαλύτερα ανθρωποκυνηγητά στην ιστορία του FBI. Η έρευνα σύντομα οδήγησε τις αρχές στο Μαϊάμι, όπου η συμμορία είχε εγκατασταθεί. Λίγες εβδομάδες αργότερα, οι Μέρφι και οι συνεργοί του συνελήφθησαν στη Φλόριντα και μεταφέρθηκαν πίσω στη Νέα Υόρκη για να δικαστούν.
Παρά την ταχεία σύλληψη των δραστών, ορισμένα κοσμήματα, όπως το διαμάντι Eagle, παρέμειναν χάνοντας για πάντα. Μετά τη ληστεία, η αστυνομία, μέσω διαπραγματεύσεων, κατάφερε να ανακτήσει ορισμένα από τα κλεμμένα, μεταξύ των οποίων το Αστέρι της Ινδίας και το Ρουμπίνι DeLong Star. Ωστόσο, η ληστεία είχε μεγαλύτερες επιπτώσεις, καθώς οδήγησε σε σημαντικές αλλαγές στις πρακτικές ασφάλειας των μουσείων σε όλη τη χώρα.
Η ληστεία αυτή έχει γίνει θρύλος στην ποπ κουλτούρα, με τους Μέρφι, Κουν και Κλαρκ να παρουσιάζονται ως «κλέφτες-τζέντλεμεν». Ο Μέρφι, εκτός από τις εγκληματικές του δραστηριότητες, ήταν επίσης μουσικός και ικανός σέρφης, καλλιεργώντας μια αινιγματική εικόνα γύρω από το πρόσωπό του και την προσωπικότητά του. Ο σχεδιασμός και η εκτέλεση αυτής της ληστείας έχουν εμπνεύσει πλήθος βιβλίων, ταινιών και ντοκιμαντέρ.
Πηγή: kathimerini.gr