Η φονική φωτιά στο Μάτι θα αναβιώσει ενώπιον του ΣΤ’ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου, το οποίο τέσσερα χρόνια μετά, καλείται να δικάσει 21 κατηγορούμενους, υπεύθυνοι τότε υπηρεσιών και φορέων, για ευθύνες που τους καταλογίζονται για όσα έγιναν και όσα δεν έγιναν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την πυρκαγιά που άφησε πίσω της 102 νεκρούς, δεκάδες τραυματίες και τεράστιες καταστροφές στην περιοχή.
Στο εδώλιο θα καθίσουν η πρώην περιφερειάρχης Αττικής, Ρένα Δούρου, οι τότε δήμαρχοι της περιοχής, ο πρώην γενικός γραμματέας Πολιτικής Προστασίας και στελέχη της Υπηρεσίας, υψηλόβαθμα στελέχη της Πυροσβεστικής και της ΕΜΑΚ, αλλά και ο ιδιώτης που προκάλεσε την έναρξη της πυρκαγιάς, ο οποίος κατηγορείται για εμπρησμό από αμέλεια. Οι κατηγορούμενοι ανά περίπτωση θα δικαστούν για τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας από αμέλεια κατά συρροή δια παραλείψεως από υπόχρεους και μη, αλλά και της πρόκλησης σωματικών βλαβών κατά συρροή δια παραλείψεως.
Στο δικαστήριο θα προσέλθουν σήμερα και τα θύματα της φονικής πυρκαγιάς, οι άνθρωποι που οικείοι τους χάθηκαν με μαρτυρικό θάνατο, που τραυματίστηκαν σοβαρά οι ίδιοι ή μέλη των οικογενειών τους, κάποιοι από αυτούς με σοβαρά προβλήματα από τα εγκαύματα που υπέστησαν. Άνθρωποι που επί σειρά ετών προσπαθούν να σταθούν στα πόδια τους και αναμένουν από τη δικαιοσύνη να βρει αν και ποιοι έχουν ευθύνη για όσα έγιναν, για τις απώλειες, για την πολύχρονη ταλαιπωρία τους, για την κάθε μία από τις τραγωδίες που απαρτίζουν αυτό που συνολικά αποκαλείται «τραγωδία στο Μάτι».
Για την υπόθεση διενεργήθηκε πολύμηνη ανάκριση με το πέρας της οποίας ο Ανακριτής ζήτησε την αναβάθμιση της κατηγορίας σε κακούργημα για συγκεκριμένους κατηγορούμενους. Η θέση του, υιοθετήθηκε από τα μέλη του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών με βούλευμα που εξέδωσαν. Το θέμα κρίθηκε οριστικά από το Συμβούλιο Εφετών που υιοθετώντας ανάλογη εισαγγελική πρόταση, απέρριψε την αναβάθμιση σε κακούργημα και εξέδωσε τον περασμένο Ιούνιο βούλευμα που διατάσσει να δικαστούν 21 από τους 23 κατηγορούμενους, για πλημμελήματα. Οι εφέτες απάλλαξαν τρεις κατηγορούμενους από την Αστυνομία που είχαν κατηγορηθεί, κρίνοντας ότι έχουν δώσει επαρκείς εξηγήσεις για τις ενέργειες τους.
Οι υπόλογοι είναι αντιμέτωποι με ένα κατηγορητήριο, το οποίο, με βάση τις αρμοδιότητες που είχαν κατά τον επίμαχο χρόνο, καταλογίζει ανετοιμότητα, λάθος εκτιμήσεις για τον κίνδυνο της κατάστασης, μη άμεση επέμβαση με χρήση κάθε μέσου για την αντιμετώπιση της φωτιάς κατά την έναρξη της, καθυστερημένη κινητοποίηση τόσο σε επίπεδο πρόληψης όσο και σε επίπεδο περιστολής των συνεπειών της μεγάλης φωτιάς με έγκαιρη εκκένωση οικισμών και κήρυξη της περιοχής σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τη διάσωση πολιτών σε ανάγκη. Σωρεία στοιχείων που έχουν συλλεχθεί κατά την διάρκεια της ανάκρισης και θα μελετηθούν από το δικαστήριο, εμφανίζουν μία εικόνα χάους και σύγχυσης που επικράτησε τις κρίσιμες ώρες μεταξύ των υπηρεσιών που είχαν αρμοδιότητα να συντονίσουν την κατάσταση ώστε να περιοριστούν οι συνέπειες της πυρκαγιάς.
Η δικογραφία πέρασε από 40 κύματα
Η υπόθεση έφτασε στο ακροατήριο τεσσεράμισι χρόνια μετά και αφού η δικογραφία πέρασε από 40 κύματα.
Στις 544 σελίδες του παραπεμπτικού βουλεύματος υιοθετήθηκε πλήρως και το σκεπτικό της έφεσης του αντιεισαγγελέα Παναγιώτη Μεϊνδάνη, που έκανε λόγο για απόλυτη ακυρότητα του προηγούμενου βουλεύματος του συμβουλίου πλημμελειοδικών, υπέρβαση εξουσίας των δικαστών και εσφαλμένη εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών.
Το πρώτο βούλευμα ζητούσε μεταξύ άλλων τον διαχωρισμό της δίκης για πέντε πρόσωπα και την αναβάθμιση της κατηγορίας σε βάρος τους σε κακούργημα, αλλά και την απαλλαγή 10 προσώπων από τις κατηγορίες.
Βαριές ευθύνες στον τότε αρχηγό της Πυροσβεστικής Σωτήρη Τερζούδη αποδίδονται βάσει του κατηγορητηρίου, καθώς φέρεται ότι, «δεν μερίμνησε πρωτίστως, όπως όφειλε για την προληπτική εναέρια επιτήρηση, για την μεταστάθμευση εναέριων μέσων λόγω καιρικών συνθηκών, με αποτέλεσμα 3 από τα πλέον αξιόπιστα επιχειρησιακά ελικόπτερα να μη μπορούν να απογειωθούν την κρίσιμη στιγμή».
Όπως εξηγούν οι δικαστές, και τα τρία ελικόπτερα προσγειώθηκαν για ανεφοδιασμό σε κλειστό αεροδρόμιο με αποτέλεσμα να καθυστερήσουν, ενώ καταλήγουν ότι ο τότε αρχηγός της πυροσβεστικής δεν μερίμνησε ούτε για την κινητοποίηση και ορθή επιχειρησιακά αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων επίγειων και, κυρίως, εναέριων μέσων πυρόσβεσης βάσει των πραγματικών αναγκών, αλλά και «ενέκρινε λανθασμένες επιχειρησιακά εκτροπές εναέριων μέσων πυρόσβεσης σε άλλες περιοχές που δεν παρουσίαζαν κίνδυνο, όπως Σουσάκι – καλαμάκι – Ίσθμια Κορινθίας για να επιχειρήσουν στις εγκαταστάσεις της motor oil».
Το βούλευμα καταρρίπτει τους ισχυρισμούς του τότε Υπαρχηγού Επιχειρήσεων του ΠΣ, Βασίλη Ματθαιόπουλου περί επιβοηθητικού ρόλου, κρίνοντας πως το συγκεκριμένο πρόσωπο είχε ενεργό ανάμιξη και συμμετοχή καθ’ όλη την διάρκεια εξέλιξης της πυρκαγιάς στον οικισμό Νταού Πεντέλης.
«Δεν φρόντισε να υπάρχει επαρκής εναέρια επιτήρηση στην Αττική, ούτε εκμεταλλεύτηκε σωστά τη νεοσύστατη υπηρεσία των drones», αναφέρεται Μάλιστα, εμφανίζεται να γνώριζε από τους πυροσβέστες, ότι υπήρχε ανάγκη ενίσχυσης με επίγεια και εναέρια μέσα, και στις 17:10, ο σύνδεσμος του ελικοπτέρου τύπου S-64, που επιτηρούσε την περιοχή όπου είχε εκδηλωθεί η πυρκαγιά, ενημέρωσε ότι «η φωτιά είναι γύρω από σπίτια, σε περίβολο σπιτιών και 20 λεπτά αργότερα, ο ίδιος άνθρωπος τον ενημέρωσε ότι η πυρκαγιά στο Νταού Πεντέλης είναι κοντά σε σπίτια κινείται ανατολικά και θα απειλήσει σπίτια», αναφέρεται.
Λανθασμένη επιχειρησιακά εκτροπή ελικοπτέρου αποδίδεται στον τότε Διοικητή του Ε.Σ.Κ.Ε., Ιωάννη Φωστιέρη, ο οποίος ζήτησε το ελικόπτερο τύπου S-64 να φύγει από Νταού Πεντέλης προς τις εγκαταστάσεις της MOTOR OIL, σε πάρα πολύ κρίσιμο χρόνο για την αντιμετώπιση της πυρκαγιάς στην Ανατολική Αττική, αν και γνώριζε «ότι η πυρκαγιά στο Καλαμάκι Ισθμού ήταν έρπουσα σε θάμνους και η κατάσταση ήταν ελεγχόμενη».
Γιά «παρακοή» και «αδιαφορία» κατηγορείται ο πρώην αρχηγός της Πυροσβεστικής και τότε Διοικητής της Ε.Μ.Α.Κ. Στέφανος Κολοκούρης, που φέρεται ότι, «δεν μερίμνησε να εκτελέσει άμεσα την εντολή, ώστε να βρεθεί τουλάχιστον στις 18.00 ή το ταχύτερο δυνατόν στον τόπο της πυρκαγιάς και να τεθεί επικεφαλής σχέδιο διάσωσης των πολιτών που κινδύνευαν, αλλά αντιθέτως παρέμεινε στην πυρκαγιά της Κινέττας μέχρι 19.59, ακολούθως μετέβη στις εγκαταστάσεις της ΕΜΑΚ στην Μαγούλα, αναχώρησε από εκεί μετά τις 20.30 και αφίχθη με μεγάλη καθυστέρηση στην περιοχή του συμβάντος στις 21.30. (…) δεν συνέδραμε με αποτελεσματικό τρόπο στην απομάκρυνση των πολιτών και όταν πια η απομάκρυνση δεν ήταν εφικτή, δεν συνέβαλε ουσιαστικά σε επιχείρηση διάσωσης».
Στην πρώην περιφερειάρχη Αττικής Ρένα Δούρου, που είναι μεταξύ των κατηγορουμένων αποδίδονται παραλείψεις σε καθαρισμούς και αμέλειες που αφορούσαν στο συντονισμό.
«Δεν συγκάλεσε έγκαιρα το έκτακτο Σ.Ο.Π.Π., το οποίο και συνεδρίασε τελικά στις 20:30, αφού η πυρκαγιά είχε πλέον αυτοκατασβεστεί. Δεν εισηγήθηκε έγκαιρα στο γενικό γραμματέα πολιτικής προστασίας την έκδοση απόφασης κήρυξης της περιοχής σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Εξαιτίας των συνδυασμένων παραλείψεων της η πυρκαγιά εξαπλώθηκε πολύ γρήγορα, καθώς συνέδραμε σε αυτό μη καθορισμός της περιοχής ευθύνης της», αναφέρεται στο βούλευμα.
Τα πρόσωπα της δίκης και η «στέγαση» της
Η υπόθεση της φονικής πυρκαγιάς στο Μάτι είναι άλλη μία πολυπρόσωπη δίκη για την διεξαγωγή της οποίας απαιτούνται δικαστικές αίθουσες με ειδικές προδιαγραφές τις οποίες η Αθήνα, μεγαλύτερη δικαστική περιφέρεια της χώρας, δεν διαθέτει.
Η δίκη με τους 21 κατηγορούμενους, αφορά 102 θύματα ανθρωποκτονίας από αμέλεια και 32 εγκαυματίες θύματα σωματικής βλάβης από αμέλεια. Μάρτυρες κατηγορίας έχουν κληθεί 213 πρόσωπα, ενώ δεκάδες θα είναι και οι μάρτυρες που θα κληθούν από τους κατηγορούμενους να τους υπερασπιστούν. Στους αριθμούς αυτούς θα πρέπει να προστεθούν και οι συνήγοροι των θυμάτων όσο και των κατηγορουμένων αλλά και οι δημοσιογράφοι που θα καλύψουν την εκδίκαση της υπόθεσης. Απαιτείται δε, και χώρος για τη δικογραφία, η οποία περιλαμβάνει δεκάδες χιλιάδες σελίδες εγγράφων και άλλο υλικό που καταλαμβάνουν ένα δωμάτιο.
Ο Πρόεδρος της Τριμελούς Διοίκησης του Πρωτοδικείου ζήτησε, με επείγον έγγραφό του προς το Υπουργείο Δικαιοσύνης, τον ορισμό της Αίθουσας Τελετών του Εφετείου Αθηνών, ως αίθουσας στην οποία θα πραγματοποιούνταν τουλάχιστον οι αρχικές συνεδριάσεις του Δικαστηρίου.
Αυτό ωστόσο απέβη… μάταιο, καθώς όπως εξηγεί στο έγγρφο του: «…όπως στη συνέχεια ενημερωθήκαμε, ο ορισμός αυτός, στο παρόν χρονικό σημείο και παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν, δεν ήταν εφικτός, λόγω άλλης πολυπρόσωπης δίκης που ήδη διεξάγεται στην προαναφερόμενη αίθουσα (δευτεροβάθμια δίκη «Χρυσής Αυγής»), ο διαμοιρασμός της χρήσης της οποίας με το ΣΤ ́ Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών κρίθηκε δυσχερής».
Μετά την εξέλιξη αυτή, το Τριμελές Συμβούλιο Διεύθυνσης του Πρωτοδικείου Αθηνών, «προς το σκοπό διευκόλυνσης διεξαγωγής της δίκης και περιορισμού της αναπόφευκτης ταλαιπωρίας όλων των παραγόντων της, προέκρινε τη λύση της αναζήτησης άλλης αίθουσας, εντός του χώρου της πρώην Σχολής Ευελπίδων, στην οποία το ΣΤ ́ Τριμελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών θα μπορούσε να συνεδριάσει, μετά τυχόν διακοπή και κατόπιν συνεννόησης με τη διευθύνουσα τη συνεδρίαση Δικαστή, υπό όρους, έστω και εν μέρει, καλύτερους, λύση που ενδεχομένως θα μπορεί να συνδυασθεί και με άλλες, ανήκουσες στη ίδια ως άνω Δικαστή δικονομικές επιλογές (π.χ. προγραμματισμός, κατά την αρχική συνεδρίαση της 31ης Οκτωβρίου τ.ε., της παρουσίας των μαρτύρων σε περισσότερες μελλοντικές συνεδριάσεις του Δικαστηρίου)».
Έτσι, σύμφωνα με την ανακοίνωση του κ. Λινού:
Α) Η εναρκτήρια συνεδρίαση του ΣΤ ́ Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών της 31ης Οκτωβρίου τρέχοντος έτους θα γίνει, όπως έχει ήδη ορισθεί, στην αίθουσα 12 του κτιρίου 9 της Πρώην Σχολής Ευελπίδων, ενώ επισημαίνεται ότι την ημέρα αυτή θα ληφθεί πρόνοια για την κατά το δυνατόν διευκόλυνση της πρόσβασης όλων των παραγόντων της δίκης στην ανωτέρω αίθουσα,
Β) Επόμενες τυχόν συνεδριάσεις του ανωτέρω Δικαστηρίου θα πραγματοποιηθούν στην αίθουσα 3 του κτιρίου 13 της Πρώην Σχολής Ευελπίδων, η οποία εντός της τρέχουσας εβδομάδας θα έχει διαρρυθμισθεί καταλλήλως, με την προσθήκη επιπλέον εδράνων για τους συνηγόρους, θέσεων για τους μάρτυρες, καθώς και μικροφώνων και
Γ) Για τη διευκόλυνση της σύνθεσης και των συνηγόρων, η σχετική δικογραφία θα βρίσκεται από τις 31 Οκτωβρίου τ.ε. στο ίδιο ως άνω κτίριο και σε παρακείμενο χώρο της ως άνω αίθουσας (γραφείο 1 του ισογείου του κτιρίου 13).
Εφόσον η δίκη ξεκινήσει, αναμένεται ότι θα διαρκέσει επί σειρά μηνών με τον χρόνο παραγραφής των αδικημάτων (2026) να έρχεται όλο και πιο κοντά.
Πηγή: gargalianoionline.gr